Απόσπασμα από τα νέα ποιήματα #11

nex me pathipf
— Photographer Theo Stamatiades.
Παιανίζω έναν ανέσπερο συλλαβισμό “νεδ πα μελίν αβώμ εχμεπαθίφ”.
Ο βόμβος κάθε τόνου προδίδει τον παλμό των σωμάτων που έχουν
συνάψει ακούσιο ομόλογο με την ελικοειδή μοίρα του μαύρου
συντρέχοντος και κάθε εσπέρα ξοδεύονται να συντονίζονται με τις
κωδωνοκρουσίες ενός ακόμα καλέσματος του μυροβλύτη.

Το μήνυμα αντηχεί από ώρα έξω απ’ τα τείχη. Επανέρχεται με
αδιάκοπους παλμικούς κυματισμούς του θαλάσσιου πέρατος που
περιβάλει. Ακροθαλάσσι μαζεύει τις προσφορές που έφθασαν, τις
βάζει στην άλλη χούφτα κι έπειτα ξαναπλώνει. Είμεθα έγγυστα ονείρων,
ίχνος πατούμε παραμένει χνώτο.

Οι αθάνατοι αναχωρούν. Αφήνουν πίσω τα σανδάλια τους και
την καρδιά του εφηβικού ερώτων τους. Με πρόσχημα εμφανίζομαι για να
συντρέξω το διάνυσμα που άπαξ το ζεύγει με το δις, με τον ληγμένο ναύλο
ήδη μια φορά στην τσέπη. Χρήζω το πέλμα στο σανδάλι.

Παλινδρομώ στο ανόητο διάνυσμα με τιμή περιόδου ” t = ο γνωστός αριθμός x”,
που παρουσιάζεται στα σχολικά συγγράμματα ως αντιπροσωπευτικό παράδειγμα,
εύκολο οι μαθητές για να θυμούνται.

Θα μαζέψουμε ξανά τις φράουλες ημίγυμνοι με τάξη ανάμεσα τα γραμμωτά ριζώματα.
Θα δείξει η λίμνη ορατούς ομόκεντρους παλμούς μετά το πανηγύρι αργά πιωμένοι κι
άμυαλοι. Θα μένουμε ξυπνοί στα ξημερώματα καθ’ όσο ωστικές σάρισες θερίζουν απ’ τα χέρια
μας τα σώματα.

/πλάγιος/

Επήρα αίμα πληγωμένο του φτερού πουλί
στάλες που έπεσαν βροχή στο μάγουλό μου.
Να ‘ναι ιδρώτας από το κοπιαστικό μου όνειρο;
(…)

Τεντώνω χέρια, απλώνω χέρια, σφίγγω στις
χούφτες το σεντόνι, θαλασσινό της προσμονής και
πύρωμα τα μεσημέρια, σεντόνι που το κέντησα με
άνεμο στις εξοχές των ποιητών ωραία είν’ τ’ αστέρια
σεντόνι που το κέντησα με άνεμο, το λεηλάτησαν κορμιά
και καλοκαίρια.