Β Τομή Ανήριθμον Γέλασμα

 

 

Βήτα

Επεί ο Πλάστης για κάθε
εκατό γενναίους έναν γεννά
με τη σφραγίδα στις παλάμες
από τον τύπο των ήλων.
Εκ νέου χαρτογραφείται
η κληδών.

Χειρομάντεις σκέπτονται.

Ένας βαπτίζεται από
το Πρώτον Ύδωρ
κατ’ ευθείαν στη φωτιά.

Συντέμνεται η γραμμή ζωής
με τη γραμμή καρδιάς από
ένα βόλι ρόδο και κατάστηθα
η θύελλα συνέρχεται.

Κρατήρες απροσμάχητοι
βαράθρων μάγματος
κοχλάζουν παλάμες.
Έλξη αλλόκοσμη χωνεύει
κάθε λογής πουλιά.

Αντίμαχος καμίας Χίμαιρας
και διάκος ακραιφνών
ρητορικών προδομένος εκ
γενετής με όραμα συντάσσεται
με τον Δέσποτα και τότε
κεραυνοί εξακοντίζονται
στο βλέμμα του κι
ανασταίνουν λάβα.

Αγώγιμος είναι τρομερός με
ξέφρενα σωματίδια και
ηλεκτροφόρος.

Ρομφαία χαράζει εφτάψυχη
ματιά της γάτας αναθαρρυντική
υπόσχεση θυμού ξενίου
ξέσπασμα ελπιστική
σπονδή.

Περαστικοί που τ’ ακρωτήρι
της Καλής Ελπίδος γνώρισαν
τον ονομάσαν Εύελπις!

¡Άηντε! Φωνάζει και
εννοεί με ή(τ)τα γιατί καλεί
τον Άγιο ν’ ανεβεί με βουητό
αδαμάντιο, ένα παιδί με δόρυ
αυταπάρνηση και τ’ άλλο χέρι
ενάντιο, δαιμόνι αδάμαστο
ταγμένο στα κέρινα στίφη
του Καιρού.

Ουρανός νε στέκεται στο Λέοντα
μ’ ελπίδες σπαραχτικά βαλμένες
στο Γενναίο Στοίχημα ..

Φήμη πλανάται και εισδύει
στα σπίτια ανάμεσα και μες
στα δέντρα ομίχλη πάχνη
νερό και κατακτά το χάρτη
ίνα στην ίνα καθώς που
βράχηκε.

Ηρακλήδες αποκαλέστηκαν
με τα δημώδη έπη και αν
για τα καλά εξοστρακίσθηκαν
και με τη χλεύη των αγγέλων
αποδήμησαν στους μύθους
συναντώ κάθε νέο αποχείμωνο
Δροσουλίτες να υποδύονται
τις παπαρούνες με κλέος
πορφυρού αίματος στα
φρύδια και μέρες ύστερα
ελέγεια της εκπτώσεως να
έπονται κι άλλα λουλούδια
δειλά να ξεφυτρώνονται.

Κι έπειτα κεί το χώμα
να ρουφάει τη μάχη.

/Χρόνος ανακυκλώνεται
/σάλπισμα με προσκάλει
/ξωπίσω με παραφυλά
/ξενυχτισμένη αγκάλη.

Διάβολος στέκει στους
αδύναμους. Στέκουν
αδύναμοι στους δυνατούς.
Μασούν με αγωνία το
σκοινί, που όλους μαζί
τους δένει από την φτέρνα
στο παρόν ..